ηλεκτροφωταύγεια

ηλεκτροφωταύγεια
Η εκπομπή φωτός από ορισμένες φωσφορίζουσες ουσίες, όταν επιδράσει σε αυτές ένα μεταβαλλόμενο ηλεκτρικό πεδίο. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για φωτισμό αν εφαρμοστούν τάσεις 400-500 V στα άκρα μιας διηλεκτρικής επικάλυψης, με πάχος περίπου 2,5 μm, στην οποία έχει διασκορπιστεί ο φώσφορος. Η η. των στερεών σωμάτων ανακαλύφθηκε το 1923 από τον Ρώσο φυσικό Ο.Β. Λόσεφ στο SiC και το 1936 από τον Γάλλο επιστήμονα Ζ. Ντεστριό σε μεμονωμένους κρυστάλλους ΖnS που έχουν ενεργοποιηθεί με Cu και CJ. Η η. ονομάζεται επίσης φαινόμενο Ντεστριό. Βλ. λ. ηλεκτροφθορισμός.
* * *
η
φυσ. φαινόμενο που συνίσταται στην παραγωγή φωτός, η οποία οφείλεται στη ροή ηλεκτρονίων διά μέσου ορισμένων κρυστάλλων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. electroluminescence < electro- (πρβλ. ηλεκτρο-*) + luminescence «φωταύγεια»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ηλεκτρ(ο)- — α συνθετικό λέξεων το οποίο δηλώνει ότι το β συνθετικό γίνεται, προέρχεται, κινείται με ηλεκτρισμό ή αναφέρεται σ αυτόν (π.χ. ηλεκτρομηχανή, ηλεκτραγωγός, ηλεκτροχημεία κ.λπ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Α συνθετικό λέξεων, που ανάγονται κανονικώς σε ξένες… …   Dictionary of Greek

  • ηλεκτροφθορισμός — Ιδιότητα ορισμένων σωμάτων να γίνονται φωτεινά με την επίδραση ρεύματος, ηλεκτρικής εκκένωσης ή ηλεκτρικού πεδίου. Το φαινόμενο του η. εμφανίζεται για παράδειγμα στους σωλήνες εκκένωσης που περιέχουν ευγενή αέρια σε πολύ χαμηλές πιέσεις και στους …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”